- μπετονιέρα
- Μηχανή αναμεικτική, κατάλληλη για την προετοιμασία σκυροδέματος. Στους διάφορους τύπους μ., το βασικό στοιχείο είναι πάντα ένα περιστρεφόμενο κυλινδρικό ή κυλινδροκωνικό (κολουροκωνικό) τύμπανο, εφοδιασμένο εσωτερικά με πτερύγια, στο οποίο χύνονται τα χαλίκια, η άμμος, το τσιμέντο και το νερό στις κατάλληλες αναλογίες. Μετά τη συμπλήρωση, η μ. αρχίζει να περιστρέφεται για την ανάμειξη των υλικών. Όταν παρασκευαστεί το μείγμα, σταματάμε το τύμπανο και το σκυρόδεμα διοχετεύεται είτε σε φορεία είτε σε κατάλληλο χώρο. Η μ., σταθερή ή με τροχούς, λειτουργεί συνήθως με ηλεκτρικό κινητήρα και όπου δεν είναι διαθέσιμη ηλεκτρική ενέργεια, η περιστροφή του τυμπάνου πραγματοποιείται με κινητήρα εσωτερικής καύσης.
Με τη μπετονιέρα ετοιμάζεται το σκυρόδεμα.
* * *ημηχάνημα για την παρασκευή μπετόν.[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. betonniere (βλ. λ. μπετόν)].
Dictionary of Greek. 2013.